Θέλεις Να Τετάνω;

Τέτανος. Τί σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε αυτή τη λέξη;

Μήπως θυμάστε κάποια στιγμή στο παρελθόν, που τραυματιστήκατε με κάποιο μεταλλικό αντικείμενο και όταν σας περιποιήθηκαν την πληγή σας μίλησαν και για αντιτετανικό ορό ή εμβόλιο;

Ή μήπως κάποια περιπέτεια που είχατε με ένα αδέσποτο / άγριο ζώο που σας δάγκωσε και ξανά όταν πήγατε να σας φροντίσουν έγινε λόγος για τα παραπάνω μέτρα;

Σε κάθε περίπτωση, το σχεδόν σίγουρο είναι ότι έχετε ακούσει να αναφέρονται στον τέτανο, ως μια απροσδιόριστη απειλή, μόνο σε περιπτώσεις τραυματισμού και δη σε συνθήκες “βρώμικες”.

Τί είναι, λοιπόν, αυτός ο πολυσυζητημένος τέτανος;

Ο τέτανος είναι μία πολύ ιδιαίτερη παθολογία, με αρκετά διαφορετική αντιμετώπιση από τα συνηθισμένα. Το μικρόβιο που είναι υπεύθυνο για αυτόν, το λεγόμενο κλωστηρίδιο του τετάνου, είναι ένα βακτήριο που βρίσκεται στο χώμα, τη σκουριά, τα σάλια αδέσποτων ζώων και γενικότερα σε περιοχές συνυφασμένες με βρωμιά.

Αυτό το κλωστηρίδιο λοιπόν, όταν εισέλθει στον οργανισμό μας, “ξυπνάει” και αρχίζει να παράγει, μεταξύ άλλων, μια τοξίνη, την τετανοσπασμίνη, η οποία στοχεύει τα νευρικά μας κύτταρα. Αυτή επηρεάζει τη λειτουργία των νευρικών κυττάρων των μυών μας με τέτοιον τρόπο, ώστε εν τέλει προκαλεί στο άτομο ανεξέλεγκτους σπασμούς σε διάφορα σημεία του σώματος:

Οι πρώτοι συνήθως εντοπίζονται στην κάτω γνάθο, που οδηγούν σε τριγμό των δοντιών και έναν μορφασμό που μοιάζει με γέλιο.

Μετά επηρεάζονται οι κρανιακοί μύες, προκαλώντας δυσκαμψία στον αυχένα.

Έπειτα κυρτώνουν οι σκελετικοί μύες γύρω από τη σπονδυλική στήλη.

Στην πορεία αρχίζουν οι σπασμοί σε χέρια και πόδια.

Τελευταίοι επηρεάζονται οι λείοι μύες των πνευμόνων και της καρδιάς, οδηγώντας σε αναπνευστική ανεπάρκεια και ταχυκαρδίες/αρρυθμίες αντίστοιχα.

Προφανώς, αν οι σπασμοί φτάσουν μέχρι το τελευταίο στάδιο, μπορεί να αποβούν μοιραίοι. Και σε κάθε περίπτωση, όλη αυτή η παθολογία είναι φοβερά δυσάρεστη, μπορεί εύκολα να αφήσει μόνιμες βλάβες στον οργανισμό ακόμα και αν θεραπευτεί (γιατί η ζημιά στα νευρικά κύτταρα είναι συχνά ανεπανόρθωτη) και ως εκ τούτου θέλουμε να την αποφύγουμε πάση θυσία.

Εδώ, λοιπόν, μπαίνουν στο παιχνίδι οι δύο ενέσιμοι σύμμαχοί μας: Ο αντιτετανικός ορός και το αντιτετανικό εμβόλιο.

Ο αντιτετανικός ορός είναι ένα “κοκτέιλ” αντισωμάτων, δηλαδή των βασικών δομών που παγιδεύουν και απενεργοποιούν ακαριαία την υπεύθυνη τοξίνη. Ξεκινά να δρα άμεσα και παρέχει κάλυψη από τις τοξίνες των κλωστηριδίων για μέχρι και έναν μήνα.

Το αντιτετανικό εμβόλιο περιέχει μέρος του ίδιου του βακτηρίου, για να μάθει στο ανοσοποιητικό μας να “θυμάται” το παθογόνο και να παράγει φρέσκα, δικά μας αντισώματα εναντίον του όποτε χρειαστεί. Μας καλύπτει και αυτό αρκετά άμεσα μετά την έγχυσή του και σε επαναλαμβανόμενες δόσεις παρέχει μια πολύ πιο μακροχρόνια κάλυψη.

Το εμβόλιο κυκλοφορεί είτε μόνο του για τέτανο, είτε σε συνδυασμό με διφθερίτιδα, κοκκύτη και πολιομυελίτιδα σε διπλό, τριπλό και τετραπλό σχήμα αντίστοιχα.

Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Ενηλίκων 2024, ο αντιτετανικός εμβολιασμός αποτελείται από τρεις δόσεις, η δεύτερη έναν μήνα μετά την πρώτη και η τρίτη 6-12 μήνες μετά τη δεύτερη, με τουλάχιστον μία να είναι του τριπλού ή τετραπλού σχήματος. Μετά την ολοκλήρωση απαιτείται μόνο μία αναμνηστική δόση κάθε δέκα χρόνια.

Εξαίρεση αποτελεί η εγκυμοσύνη. Σε αυτήν χορηγείται μία ακόμη δόση εμβολίου κατά προτίμηση από την 27η έως την 36η εβδομάδα κύησης, άσχετα από το υπόλοιπο ιστορικό αντιτετανικού εμβολιασμού.

Από κει και πέρα, για να δούμε αν χρειαζόμαστε παραπάνω μέτρα σε περίπτωση ενός τραυματισμού, το βασικό μας μέλημα είναι η αξιολόγηση του τραύματος. Αν έχουμε ένα καθαρό από βρωμιές τραύμα και έλασσον στη ζημιά του, τότε ο κίνδυνος τετάνου είναι πολύ μικρότερος:

Σε άτομα πλήρως εμβολιασμένα δεν απαιτείται κανένα απολύτως μέτρο.

Σε άτομα ανεμβολίαστα ή μερικώς εμβολιασμένα απαιτείται μόνο μία δόση αντιτετανικού εμβολίου, ως αρχή ή συνέχιση του εμβολιαστικού σχήματος αντίστοιχα.

Σε ρυπαρά και επικίνδυνα τραύματα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τραύματα με χώμα, κόπρανα ή σίελο ζώου, θλαστικά και διατιτραίνοντα τραύματα, εγκαύματα, κρυοπαγήματα, καθώς και τραύματα από δάγκωμα ζώου ή βλήμα, ο κίνδυνος τετάνου είναι αυξημένος:

Στα πλήρως εμβολιασμένα άτομα απαιτείται μόνο μία δόση αντιτετανικού εμβολίου, και αυτό μόνο αν έχουν παρέλθει περισσότερα από 5 χρόνια από την τελευταία τους δόση.

Στα ανεμβολίαστα και μερικώς εμβολιασμένα άτομα απαιτείται, όπως και πριν, μία δόση αντιτετανικού εμβολίου και μαζί μία δόση αντιτετανικού ορού.

Όπως λοιπόν βλέπουμε από τα παραπάνω, αντιτετανικό ορό χρησιμοποιούμε αποκλειστικά και μόνο σε ανεπαρκώς εμβολιασμένα άτομα με ρυπαρό και επικίνδυνο τραύμα. Αυτό είναι προτιμητέο, καθώς ο ορός έχει αρκετά μειονεκτήματα σε σχέση με το εμβόλιο:

Αρχικά, ο αντιτετανικός ορός έχει δυνητικά σοβαρότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από το εμβόλιο.

Επίσης, ο ορός προσφέρει κάλυψη το πολύ ενός μήνα, ενώ το εμβόλιο χρόνια.

Ταυτόχρονα, το κλωστηρίδιο του τετάνου μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να κάνει αρκετές μέρες να “ξυπνήσει” και να ξεκινήσει την παραγωγή τοξινών, ξεπερνώντας έτσι τον χρόνο κάλυψης του ορού.

Μετά από όλα αυτά, λοιπόν, ίσως είναι καιρός να σκεφτούμε τον αντιτετανικό εμβολιασμό. Συζητήστε με τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας την επόμενη φορά που θα τους δείτε, να σας δώσουν και τις δικές τους συμβουλές σχετικά με το θέμα. Και να θυμάστε το χρυσό ρητό της ιατρικής που βρίσκει εφαρμογή και εδώ:

Η πρόληψη είναι πάντα καλύτερη της θεραπείας!

b2b.peifasyn.gr