Βήχας: Αλήθειες και μύθοι γύρω από τη συχνότερή μας ενόχληση.

Τι είναι ο Βήχας και τι δηλώνει για την κατάσταση της υγείας μας;

Ο βήχας είναι ένα αντανακλαστικό, που αντιδρώντας στον ερεθισμό των αεραγωγών έχει σαν σκοπό να απομακρύνει μηχανικά αλλά και να αδρανοποιήσει, μέσω της παραγόμενης βλέννας, ξένα σώματα (σκόνη, καπνό, μικρόβια) από τους πνεύμονες ή από το ανώτερο αναπνευστικό. Ο βήχας δεν είναι παρά μόνο ένα σύμπτωμα, που δεν παραπέμπει μάλιστα, σε μια και μοναδική ασθένεια και συχνά η σημασία του μπορεί να προσδιοριστεί μόνο όταν αξιολογηθεί η βαρύτητα, η χρονιότητα και τα συνοδά του συμπτώματα.

Κατηγορίες

Βήχας: Ποια είδη υπάρχουν και σε ποια νόσο αντιστοιχεί συχνότερα το καθένα;

Ο βήχας κλασικά διακρίνεται σε παραγωγικό και μη παραγωγικό.

  1. Ο παραγωγικός βήχας παράγει φλέγμα ή βλέννα (πτύελα). Η βλέννα μπορεί να εντοπίζεται στο πίσω μέρος του λαιμού, συνήθως προερχόμενη από τη μύτη ή τα ιγμόρεια ή μπορεί να έχει ανεβεί προς τα έξω από τους πνεύμονες και την τραχεία. Υπάρχουν πολλές αιτίες παραγωγικού βήχα όπως:
  • Ιογενείς λοιμώξεις. Στο κοινό κρυολόγημα ή τη γρίπη προκαλείται συνήθως από λευκή έως κίτρινη βλέννα, που κυλά προς τα κάτω στον φάρυγγα.
  • Μικροβιακές λοιμώξεις. Μπορεί να είναι σύμπτωμα πνευμονίας, βρογχίτιδας, ιγμορίτιδας ή φυματίωσης, με τη βλέννα να είναι συνήθως πιο σκούρα (πράσινη ή καφέ).
  • Χρόνια πνευμονοπάθεια. Μπορεί να σημαίνει επιδείνωση μιας γνωστής χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ) ή μια λοίμωξη ως επιπλοκή της.
  • Οξεία ή χρόνια οπισθορρινική καταρροή. Λοιμώδους ή αλλεργικής ή αγγειοκινητικής αρχής, προκαλεί επίσης την αίσθηση ότι χρειάζεται συνεχώς να καθαρίσουμε τον λαιμό μας.
  • Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ).Όξινο περιεχόμενο του στομάχου, ιδίως όταν ξαπλώνουμε σύντομα μετά από ένα γεύμα, επιστρέφει στον οισοφάγο, προκαλώντας άλλοτε συνειδητές καυσαλγίες (καούρες) και ερυγές (ρεψίματα) και άλλοτε μόνο βήχα. Αυτό συμβαίνει συχνότερα κατά τη διάρκεια της νύχτας και μπορεί να μας ξυπνήσει.
  • Κάπνισμα.Παραγωγικός βήχας σε καπνιστή είναι συχνά σημάδι χρόνιας βρογχίτιδας ή/και ερεθισμού του φάρυγγα ή του οισοφάγου.
  1. Ο μη παραγωγικός βήχας είναι ξηρός, χωρίς εκκρίσεις. Ένας τέτοιου τύπου βήχας μπορεί να αναπτυχθεί μετά από οξεία ή χρόνια έκθεση σε ερεθιστικούς ή λοιμώδεις παράγοντες, όπως:
  • Ιογενείς ασθένειες (μεταλοιμώδης βήχας). Μετά από κοινό κρυολόγημα ή γρίπη, ένας ξηρός βήχας μπορεί να διαρκέσει αρκετές εβδομάδες ενώ συχνά χειροτερεύει τη νύχτα.
  • Βρογχόσπασμος. Μπορεί να σημαίνει σπασμό των βρόγχων, που προκαλείται από βρογχικό ερεθισμό, ιδιαίτερα τη νύχτα (σε οξεία βρογχίτιδα).
  • Έκθεση σε σκόνη ή αναθυμιάσεις, καθώς και επαγγελματική έκθεση σε πτητικές-ερεθιστικές χημικές ουσίες στο εργασιακό περιβάλλον.
  • Φάρμακα. Συχνότερα βήχα μπορούν να προκαλέσουν από τα φάρμακα οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου, που χορηγούνται σε υψηλή αρτηριακή πίεση, όπως καπτοπρίλη , εναλαπρίλη , λισινοπρίλη.
  • Απόφραξη των αεραγωγών με ένα εισπνεόμενο αντικείμενο, όπως κομμάτια τροφών ή φαρμάκων. Αυτό συμβαίνει συχνότερα στις ακραίες ηλικίες (παιδιά και ηλικιωμένους).
  • Αλλεργίες. Συχνό φτέρνισμα με ξηρό βήχα μπορεί να είναι ένδειξη αλλεργικής ρινίτιδας.
  • Άσθμα. Ένας χρόνιος ξηρός βήχας μπορεί να είναι σύμπτωμα άσθματος, με συνοδά άλλα συμπτώματα δύσπνοια, συριγμό ή αίσθημα σφιξίματος στο στήθος.ΑντιμετώπισηΜπορούμε από τον τύπο του βήχα να καταλάβουμε πώς θα τον αντιμετωπίσουμε;Ιδιαίτερη βαρύτητα για την αντιμετώπισή του, ωστόσο, έχουν και δύο άλλες ταξινομήσεις του βήχα:
    1. Ανάλογα με τη διάρκειά του, ο βήχας διακρίνεται σε:
    • Οξύ (διάρκειας μικρότερης των 3 εβδομάδων),
    • Υποξύ (διάρκειας μεγαλύτερης των 3 εβδομάδων και μικρότερης των 2 μηνών)
    • Χρόνιο (διάρκειας μεγαλύτερης των 2 μηνών).
    • Σε ποσοστό 80% – 90% ο οξύς βήχας είναι ιογενής και δεν πρέπει να χορηγούνται γι’ αυτόν αντιβιοτικά, αλλά μόνο συμπτωματική αγωγή, ενώ αν διαρκεί περισσότερο από τρείς εβδομάδες τα αίτιά του μπορεί να ποικίλλουν σε βαρύτητα και χρειάζεται σίγουρα εκτίμηση από τον γιατρό μας και περαιτέρω έλεγχος.
      1. Ανάλογα, τέλος, με την προέλευσή του, ο βήχας διακρίνεται σε:
      • Βήχα προερχόμενο από το ανώτερο αναπνευστικό
      • Βήχα προερχόμενο από το κατώτερο αναπνευστικό

      H  συμπτωματική αντιμετώπιση του βήχα διαφοροποιείται ανάλογα με την κατάταξη αυτή, ως εξής:

      1. Στις οξείες ιογενείς λοιμώξεις αμιγώς του ανωτέρου αναπνευστικού (π.χ. κοινό κρυολόγημα) συνιστώνται:
      • Συνδυασμός αποσυμφορητικών και 1ης γενιάς αντϊσταμινικών
      • Ανασταλτικά των προσταγλανδινών, όπως μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη
      • Αντιχολινεργικά φάρμακα, όπως το ιπρατρόπιο
      • Κεντρικά ή περιφερικά αντιβηχικά (αν υπάρχει έντονος βήχας που πρέπει να κατασταλεί).

      Στις περιπτώσεις αυτές δεν συνιστώνται: βλεννολυτικά, αντιβιοτικά (εκτός εξαιρέσεων), εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, αντιϊσταμινικά νεότερης γενιάς (χωρίς αντιχολινεργική δράση), αποσυμφορητικά χωρίς συνδυασμό με 1ης γενιάς αντιϊσταμινικό.

      1. Στις οξείες λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού (οξείες βρογχίτιδες) συνιστώνται:
      • Κεντρικά (και περιφερικά) αντιβηχικά φάρμακα
      • Βρογχοδιασταλτικά, όπως σαλβουταμόλη , μόνο αν υπάρχει βρογχόσπασμος.

      Δεν συνιστώνται, σε αυτή την περίπτωση: αντιβιοτικά (εκτός εξαιρέσεων με πυώδη -καφέ ή γκριζοπράσινη- απόχρεμψη), βλεννολυτικά (εκτός της ΧΑΠ), εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, αντιϊσταμινικά ή αποσυμφορητικά.

      Συμπερασματικά θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η διάγνωση της νόσου που προκαλεί τον βήχα όλων των κατηγοριών σε ένα μεγάλο αριθμό ασθενών παραμένει άγνωστη, οπότε σε αυτές τις περιπτώσεις η

      • Χρόνιο(διάρκειας μεγαλύτερης των 2 μηνών).

      Σε ποσοστό 80% – 90% ο οξύς βήχας είναι ιογενής και δεν πρέπει να χορηγούνται γι’ αυτόν αντιβιοτικά, αλλά μόνο συμπτωματική αγωγή, ενώ αν διαρκεί περισσότερο από τρείς εβδομάδες τα αίτιά του μπορεί να ποικίλλουν σε βαρύτητα και χρειάζεται σίγουρα εκτίμηση από τον γιατρό μας και περαιτέρω έλεγχος.

      1. Ανάλογα, τέλος, με την προέλευσή του, ο βήχας διακρίνεται σε:
      • Βήχα προερχόμενο από το ανώτερο αναπνευστικό
      • Βήχα προερχόμενο από το κατώτερο αναπνευστικό

      H  συμπτωματική αντιμετώπιση του βήχα διαφοροποιείται ανάλογα με την κατάταξη αυτή, ως εξής:

      1. Στις οξείες ιογενείς λοιμώξεις αμιγώς του ανωτέρου αναπνευστικού (π.χ. κοινό κρυολόγημα) συνιστώνται:
      • Συνδυασμός αποσυμφορητικών και 1ης γενιάς αντϊσταμινικών
      • Ανασταλτικά των προσταγλανδινών, όπως μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη
      • Αντιχολινεργικά φάρμακα, όπως το ιπρατρόπιο
      • Κεντρικά ή περιφερικά αντιβηχικά (αν υπάρχει έντονος βήχας που πρέπει να κατασταλεί).

      Στις περιπτώσεις αυτές δεν συνιστώνται: βλεννολυτικά, αντιβιοτικά (εκτός εξαιρέσεων), εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, αντιϊσταμινικά νεότερης γενιάς (χωρίς αντιχολινεργική δράση), αποσυμφορητικά χωρίς συνδυασμό με 1ης γενιάς αντιϊσταμινικό.

      1. Στις οξείες λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού (οξείες βρογχίτιδες) συνιστώνται:
      • Κεντρικά (και περιφερικά) αντιβηχικά φάρμακα
      • Βρογχοδιασταλτικά, όπως σαλβουταμόλη , μόνο αν υπάρχει βρογχόσπασμος.

      Δεν συνιστώνται, σε αυτή την περίπτωση: αντιβιοτικά (εκτός εξαιρέσεων με πυώδη -καφέ ή γκριζοπράσινη- απόχρεμψη), βλεννολυτικά (εκτός της ΧΑΠ), εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, αντιϊσταμινικά ή αποσυμφορητικά.

      Συμπερασματικά θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η διάγνωση της νόσου που προκαλεί τον βήχα όλων των κατηγοριών σε ένα μεγάλο αριθμό ασθενών παραμένει άγνωστη, οπότε σε αυτές τις περιπτώσεις η θεραπεία εστιάζει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και περιορίζεται στην πρόληψη των μελλοντικών επεισοδίων.

b2b.peifasyn.gr